Μαζί δεν κάνουμε και χώρια δεν μπορούμε
Τι είναι αυτό που ωθεί τα ἀνθρώπινα όντα να κυνηγούν πάντα το όνειρο ενός παραδείσου, αλλά συχνά να καταλήγουν να βιώνουν αδιέξοδα και συγκρούσεις απελπιστικά ματαιωτικές;
Τι κάνει ανθρώπους με τις καλύτερες προθέσεις να προσπαθούν να συνδεθούν και να συνυπάρξουν; Κι αντί αυτού να καταλήγουν να αποκαρδιώνονται. Να μάχονται –λυσσαλέα, κάποιες φορές– επαναλαμβάνοντας συχνά, με μικρές παραλλαγές, το ίδιο έργο;
Γιατί μαζί δεν κάνουμε και χώρια δεν μπορούμε;
Όλα όσα πράττουμε κάτι «λένε», κάποιο λόγο αρθρώνουν, κάτι που αλλιώς δεν μπόρεσε, ενδεχομένως, να «μιληθεί». Βία και καταστροφικότητα, ρητή και υπόρρητη, υπάρχει και στην καθημερινότητά μας. Και στις στενές μας σχέσεις, ίσως κατά κύριο λόγο σε αυτές… Υπάρχουν και άλλα πράγματα, όμως· άλλες πιθανές διαδρομές –δημιουργικότητας, αγάπης, συντροφικότητας– και είναι η δυνατότητά μας να εμπεριέχουμε και να κατανοούμε τις ασυνείδητες συγκρούσεις και αντινομίες μας, και αυτές ακόμα τις καταστροφικές μας ροπές, πού καθιστούν αυτές τις άλλες διαδρομές δυνατές. Η ζωή μας ξεκινάει απέναντι σε ένα βλέμμα, αλλιώς δεν ξεκινάει.
Τίτλος βιβλίου: | Μαζί δεν κάνουμε και χώρια δεν μπορούμε |
---|
Υπότιτλος βιβλίου: | Ιστορίες οικογενειακών τραυμάτων και επανορθώσεων |
---|
Εκδότης: | Αρμός |
---|
Συντελεστές βιβλίου: | Βλασσόπουλος, Κυριάκος (Συγγραφέας)
|
ISBN: | 9789606153204 | Εξώφυλλο βιβλίου: | Μαλακό |
---|
Στοιχεία έκδοσης: | Νοέμβριος 2020 | Διαστάσεις: | 21x14 |
---|
Κατηγορίες: | Υγεία - Διατροφή > Ιατρική Ψυχολογία > Πρακτική Ψυχολογία > Γονείς και Παιδιά |
Τούτουζας Παύλος Κ.
Ο Παύλος Κ. Τούτουζας γεννήθηκε στη Θήβα το 1935. Το 1959 απεφοίτησε από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ξεκίνησε την ειδίκευσή του στην Παθολογία και Καρδιολογία στην Πανεπιστημιακή Κλινική του Ιπποκράτειου Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών μέχρι το 1963. Εργάστηκε ως εσωτερικός βοηθός στην Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική (1964-66) και στη συνέχεια μετεκπαιδεύτηκε στο εξωτερικό στο National Heart Institute and Hammersmith Hospital, London, England, μέχρι και το 1969. Ανακηρύχθηκε διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών (1969) και απέκτησε τον τίτλο του επίκουρου καθηγητού (1972). Από το 1975 έως το 1984 εργάστηκε ως υποδιευθυντής της Καρδιολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1984 ανακηρύχθηκε Διευθυντής της ίδιας Κλινικής. Το 1988 έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας. Το 1989 ανακηρύχθηκε Καθηγητής Καρδιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Διετέλεσε πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας (1984-86), γραμματέας (1978-90) και πρόεδρος (1990-92) της Ελληνικής Αντιυπερτασικής Εταιρείας. Ήταν μέλος επιτροπών και ιδρυμάτων της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Έφυγε από τη ζωή το 2021.