Εθεώρουν τον σατανάν ως αστραπήν...
"Εξομολογούμαι σοι, πάτερ, κύριε του ουρανού και της γης, ότι απέκρυψας ταύτα από σοφών και συνετών, και απεκάλυψας αυτά νηπίοις". Έκτοτε οι σοφοί και οι συνετοί εκδικήθηκαν για τα καλά: θρυμματίζοντας τα Ευαγγέλια, κατάφεραν να τα μετατρέψουν σε μια στοίβα από τόσο ετερόκλητα μεταξύ τους κομμάτια ώστε να χάνουν το νόημά τους. Δεν θα πουν όμως την τελευταία λέξη! Ο Ρενέ Ζιράρ πιστεύει, όπως κι η Σιμόν Βέιλ, ότι τα Ευαγγέλια, πριν ακόμη καταστούν μια θεωρία περί Θεού, είναι μια θεωρία περί ανθρώπου. Μια χάρτα των βιαιοπραγιών μέσα στις οποίες κλείνεται η ανθρωπότητα εξαιτίας της αλαζονείας και της επιθυμίας της. Η ανακάλυψη και η αποδοχή αυτής της θεωρίας ξαναδίνει ζωή στα μεγάλα ευαγγελικά θέματα αναφορικά με το κακό, τα οποία λησμονήθηκαν και εγκαταλείφθηκαν από τους πιστούς -από τον Σατανά έως την Αποκάλυψη. Επίσης ανασταίνει την αντίληψη ότι η Βίβλος είναι ολόκληρη μια προφητεία του Χριστού. [...]
Τίτλος βιβλίου: | Εθεώρουν τον σατανάν ως αστραπήν... |
---|
Τίτλος πρωτότυπου: | Je vois Satan tomber comme l' éclair |
---|
Εκδότης: | Εξάντας |
---|
Συντελεστές βιβλίου: | Girard, René, 1923-2015 (Συγγραφέας) Γραμματικοπούλου Ευγενία (Μεταφραστής)
|
ISBN: | 9789602564998 | Εξώφυλλο βιβλίου: | Μαλακό |
---|
Σειρά εκδότη: | Νήματα | Σελίδες: | 285 |
---|
Στοιχεία έκδοσης: | Μάρτιος 2002 | Διαστάσεις: | 21x14 |
---|
Κατηγορίες: | Επιστήμες > Επιστήμες του Ανθρώπου > Θρησκεία |

Proust, Marcel, 1871-1922
O Mαρσέλ Προυστ (Bαλαντέν-Λουί-Zωρζ-Eζέν-Mαρσέλ) γεννήθηκε στην εξοχή του Οτέιγ, κοντά στο Παρίσι, το 1871. Σπούδασε νομικά, πολιτικές επιστήμες και φιλοσοφία. Γόνος πλούσιας, αστικής οικογένειας -ο πατέρας του ήταν φημισμένος γιατρός- δεν άργησε να βρεθεί στο περιβάλλον της υψηλής κοινωνίας της πρωτεύουσας και άρχισε να δημοσιεύει άρθρα κοσμικού περιεχομένου σε διάφορα έντυπα. Εργάστηκε για ένα διάστημα σε βιβλιοθήκη, ώσπου ανακάλυψε την κλίση του στη λογοτεχνία, στην οποία αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά, για να καταλήξει τελικά σε πλήρη σχεδόν απομόνωση από τον έξω κόσμο: κοιμόταν την ημέρα και έγραφε τη νύχτα σε ένα δωμάτιο επενδυμένο με φελλό. Ανάμεσα στο 1895 και στο 1899 ασχολήθηκε με ένα μυθιστόρημα που έμεινε ημιτελές και εκδόθηκε μετά τον θάνατό του, το 1952, με τον τίτλο "Ζαν Σαντέιγ". Έγραψε επίσης ποιήματα, σύντομα αφηγήματα, άρθρα και μεταφράσεις. Ορισμένα από τα αφηγήματα αυτά δημοσιεύτηκαν το 1896 στον τόμο "Τέρψεις και ημέρες", με πρόλογο του Ανατόλ Φρανς και σχέδια της Μαντάμ Λεμαίρ. Η χλιαρή τους υποδοχή από το κοινό και ορισμένα προβλήματα πλοκής τον έκαναν να εγκαταλείψει το μυθιστόρημά του "Ζαν Σαντέιγ", ώσπου, γύρω στο 1907, καταπιάστηκε με τον πολύτομο μυθιστορηματικό κύκλο "Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο". Ο πρώτος τόμος του κύκλου, "Από τη μεριά του Σουάν", που οι εκδότες τον απέρριπταν ο ένας μετά τον άλλον, εκδόθηκε με έξοδα του συγγραφέα το 1913. Ακολούθησαν οι τόμοι "Στον ίσκιο των ανθισμένων κοριτσιών", ο οποίος του χάρισε το βραβείο Γκονκούρ και τη φήμη, το 1918, "Η μεριά του Γκερμάντ", σε δύο τόμους, 1920 και 1921, και "Σόδομα και Γόμορρα", επίσης σε δύο τόμους, 1921 και 1922. Aσθματικός από μικρός, ο Προυστ πεθαίνει από πνευμονία το 1922. Οι τρεις τελευταίοι τόμοι, αν και ολοκληρωμένοι, κυκλοφόρησαν μετά τον θάνατό του, με την επιμέλεια του αδελφού του Ρομπέρ: "Η φυλακισμένη", 1923, "Η δραπέτις/Η εξαφάνιση της Αλμπερτίν", 1925 και "Ο ξανακερδισμένος χρόνος", 1927. Το 1927 κυκλοφόρησαν τα "Χρονικά", ένας τόμος με δημοσιευμένα άρθρα του. Μετά το θάνατό του, ο Προυστ πήρε γρήγορα τη θέση του ως ένας από τους σημαντικότερους μυθιστοριογράφους του εικοστού αιώνα κι ένας από τους πιο σημαντικούς κριτικούς της εποχής του. Tο έργο του προκάλεσε έναν πολύ μεγάλο αριθμό από αναλυτικές εργασίες και συνθετικές μελέτες και επηρέασε συγγραφείς όπως οι Τζέιμς Τζόις, Βιρτζίνια Γουλφ, Κλοντ Σιμόν, κ.ά.