Παραμιλητά Β΄: Κείμενα για τον πολιτισμό και την ιστορία της Μυκόνου (τ.2)
Στους δύο πρώτους τόμους από μια σειρά τεσσάρων, τα Παραμιλητά, "Κείμενα για τον πολιτισμό και την ιστορία της Μυκόνου", τα περισσότερα στοργικά φιλοξενημένα στην πρώτη τους μορφή στην εφημερίδα Η Μυκονιάτικη, ακροβατούν με παιγνιώδη τρόπο πάνω στα σχοινιά της επιστημοσύνης, της λογοτεχνίας, ακόμα και του χωρατού, και ξετυλίγουν μπροστά μας την ταυτότητα του πασίγνωστου νησιού. Διαβάζοντάς τα βυθιζόμαστε στην ουσία του, εκπλησσόμαστε με τις αντοχές και την επιμονή του και παραμιλούμε κι εμείς: Πρέπει, λοιπόν, να είχε πολλά αποθέματα αυτός ο τόπος, ώστε να μην έχει ακόμη φτάσει στο τελικό και πανθομολογούμενο ψυχορράγημα...
Σήμερα που και πάλι ζητείαι ο Άνθρωπος, αυτό το χαρίεν, αλλά και θηριώδες ον, που ξέρει να γκρεμίζει τις σφίγγες και τα αινίγματά τους, αλλά και να αυτοτυφλώνεται, σήμερα που ζητείται το φυσικό επακόλουθο ή μάλλον η προϋπόθεση του Ανθρώπου, δηλαδή ο Τόπος, κείμενα σαν κι αυτά των Παραμιλητών του Π.Κ. ίσως φανούν χρήσιμα σ' αυτήν την επίπονη αναζήτηση του Ανθρώπου και του Τόπου.
Μπελεζίνης, Ανδρέας, 1929-2011
Ο Αντρέας Μπελεζίνης (1929-2011) γεννήθηκε στην Πάτρα. Μεγάλωσε στη συνοικία του Αγίου Ανδρέα και στην Αρόη (Χαλίλι). Τελείωσε το τότε οκτατάξιο γυμνάσιο στη Μέση Σχολή και τις δύο τελευταίες τάξεις στο Δ΄ Αρρένων Πατρών. Φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών (φιλολογικό τμήμα), το Δ.Μ.Ε. και έκανε ένα μικρό διάστημα μεταπτυχιακά στην ιστορία. Δίδαξε σε φροντιστήριο και για 5 χρόνια στο δημόσιο. Παραιτήθηκε το 1966, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και γύρισε στα φροντιστήρια. "Προαγωγός εις ποίησιν", είπε πολλά, έγραψε λιγότερα και δημοσίευσε ελάχιστα. Εξέδωσε και συνδιηύθυνε τα περιοδικά "Όστρακο" (στην Πάτρα, τρία τεύχη) και "Σπείρα" (στην Αθήνα, σε τρεις περιόδους). Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Συμποσίου Ποίησης και επίτιμος πρόεδρός του. Πέθανε στην Αθήνα τον Ιανουάριο του 2011.
Στη νεκρολογία του στην εφημερίδα "Αυγή" της 23/1/2011, ο Αλέξης Ζήρας έγραψε για τον Ανδρέα Μπελεζίνη: "Ο Ανδρέας Μπελεζίνης (Πάτρα 1929 - Αθήνα 2011) ήταν ο χαρακτηριστικός τύπος του λογίου που όταν βρέθηκε στα καλύτερα χρόνια του, στα χρόνια ας πούμε της κριτικής του ωριμότητας, μετά το 1980, δεν καταπιάστηκε με αυτό που ήταν στις ικανότητές του, τη σύνθεση. Την εντυπωσιακή του ενεργητικότητα, αυτό το αεικίνητο που τον διέκρινε και που συνοδευόταν από την έκφραση της συνεχούς έντασης και του τεταμένου θυμικού στις κινήσεις, στις αντιδράσεις και στον τρόπο που μιλούσε, τα απορροφούσαν κατά ένα μέρος, όχι το μικρότερο, η διδασκαλία και η αγάπη για τους μαθητές του. [...] Το ότι ο Μπελεζίνης άργησε να κάνει το βήμα προς τη σύνθεση είναι αμέσως αντιληπτό από το ότι η πρώτη του σχετική μελέτη, "Η Νεολιθική νυχτωδία στην Κροστάνδη του Νίκου Καρούζου: μια ανάγνωση", δημοσιεύτηκε το 1987, όταν ήταν πενήντα οκτώ ετών, ενώ είχαν προηγηθεί πολλές συντομότερες σπουδές του πάνω στη σύγχρονη ελληνική ποίηση -το προνομιακό πεδίο του κριτικού του ενδιαφέροντος. Στα εικοσιτέσσερα χρόνια που ακολούθησαν, εκτός από μία ακόμα συνθετική μελέτη για τα ποιήματα του Όψιμου Ελύτη (1999), όλα τα άλλα βιβλία του Ανδρέα Μπελεζίνη ήταν συναγωγές άρθρων, παρουσιάσεων και βιβλιοκρισιών: "Εύσημοι και άσημοι λόγοι" (1988), "Κριτικό τρίπτυχο" (1991), "Παρουσιάσεις ποιητών" (2004), "Για τον Νίκο Εγγονόπουλο" (2007). Πάλι καλά, γιατί όπως όλοι γνωρίζουμε τα ασυγκέντρωτα μελετήματα τα περιμένει η μοίρα των ανενεργών κειμένων, σκορπισμένων και θαμμένων σε διάφορα βραχύβια ως επί το πλείστον έντυπα. [...] Λέω, χωρίς να πιστεύω πως υπερβάλλω, ότι ο Μπελεζίνης δούλεψε "ψιλοβελονιά" με αφορμή τις "συναντήσεις" ή τις "προσλήψεις" του ποιητή. Και να μην ξεχνάμε καθόλου, το όχι λιγότερο σημαντικό και απολύτως χαρακτηριστικό για τον κριτικό νου και τον κριτικό λόγο του, το ότι ο λόγος του, από τα πρώτα του ακόμα γραπτά, διαπνεόταν από μια ευφορία, από τη χαρά και την ψυχική ευδία ενός αναγνώστη που ενθουσιαζόταν συνομιλώντας με την υψηλή και καρπερή ποίηση. Μια ευφορία που δεν ήταν ασύνδετη με τον άκρως παρορμητικό και εκρηκτικό του χαρακτήρα και που, όχι σπάνια, τον παρέσυρε σε παρεκβάσεις απέραντες. Όχι όμως για να κάνει μέσα από αυτές επίδειξη γνώσεων, αλλά για να μεταφέρει σ' αυτόν που θα τύχαινε να τον διαβάσει την έκσταση των ανακαλύψεών του, ενδοκειμενικών ή περικειμενικών, καθώς στα κριτικά του η μία διαδέχεται την άλλη σε μια ατέλειωτη σειρά! [...]"