Εισαγωγή στη ρομποτική
Σκοπός του βιβλίου είναι η εισαγωγή του αναγνώστη στις βασικές αρχές της Ρομποτικής, εστιάζοντας στους ρομποτικούς βραχίονες που είναι τα πιο διαδεδομένα ρομπότ, ιδιαίτερα σε βιομηχανικές και βιοτεχνικές εφαρμογές. Η ύλη του βιβλίου καλύπτει το ευθύ και ανίστροφο κινηματικό πρόβλημα για τις θέσεις και τις ταχύτητες ρομποτικών βραχιόνων, περιλαμβάνει δύο απλές και εύχρηστες τεχνικές ελέγχου και τέλος μελετάται το πρόβλημα του σχεδιασμού τροχιάς παρεμβολής. Ζητήματα που σχετίζονται με τον προγραμματισμό ρομποτικών βραχιόνων, της ρομποτικής όρασης κ.λπ. παρουσιάζονται με συντομία στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου. Η επιλογή να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στην κινηματική μοντελοποίηση και τις τεχνικές ελέγχου της τέλειας και ασυμπτωτικής ακολούθησης εντολής, με αναλογική ή/και διαφορική ανατροφοδότηση, στηρίχτηκε στην ανάγκη να ικανοποιηθούν δύο στόχοι. Ο πρώτος, και πιο σημαντικός, είναι να κατανοήσει ο αναγνώστης τις βασικές αρχές της ρομποτικής χωρίς να αναγκαστεί να ανατρέξει σε πολύπλοκα εργαλεία των Μαθηματικών και της Μηχανικής. Ο δεύτερος είναι να καλυφθούν, όσο είναι αυτό δυνατό, οι βασικές αρχές που σχετίζονται περισσότερο με τις ανάγκες της πράξης.
Τίτλος βιβλίου: | Εισαγωγή στη ρομποτική |
---|
Εκδότης: | Παπασωτηρίου |
---|
Συντελεστές βιβλίου: | Μέρτζιος, Βασίλης Γ. (Συγγραφέας) Κουμπουλής, Φώτης Ν. (Συγγραφέας)
|
ISBN: | 9789607530134 | Εξώφυλλο βιβλίου: | Μαλακό |
---|
Στοιχεία έκδοσης: | Οκτώβριος 2002 | Διαστάσεις: | 24x17 |
---|
Κατηγορίες: | Επιστήμες > Θετικές > Μηχανική |

Proust, Marcel, 1871-1922
O Mαρσέλ Προυστ (Bαλαντέν-Λουί-Zωρζ-Eζέν-Mαρσέλ) γεννήθηκε στην εξοχή του Οτέιγ, κοντά στο Παρίσι, το 1871. Σπούδασε νομικά, πολιτικές επιστήμες και φιλοσοφία. Γόνος πλούσιας, αστικής οικογένειας -ο πατέρας του ήταν φημισμένος γιατρός- δεν άργησε να βρεθεί στο περιβάλλον της υψηλής κοινωνίας της πρωτεύουσας και άρχισε να δημοσιεύει άρθρα κοσμικού περιεχομένου σε διάφορα έντυπα. Εργάστηκε για ένα διάστημα σε βιβλιοθήκη, ώσπου ανακάλυψε την κλίση του στη λογοτεχνία, στην οποία αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά, για να καταλήξει τελικά σε πλήρη σχεδόν απομόνωση από τον έξω κόσμο: κοιμόταν την ημέρα και έγραφε τη νύχτα σε ένα δωμάτιο επενδυμένο με φελλό. Ανάμεσα στο 1895 και στο 1899 ασχολήθηκε με ένα μυθιστόρημα που έμεινε ημιτελές και εκδόθηκε μετά τον θάνατό του, το 1952, με τον τίτλο "Ζαν Σαντέιγ". Έγραψε επίσης ποιήματα, σύντομα αφηγήματα, άρθρα και μεταφράσεις. Ορισμένα από τα αφηγήματα αυτά δημοσιεύτηκαν το 1896 στον τόμο "Τέρψεις και ημέρες", με πρόλογο του Ανατόλ Φρανς και σχέδια της Μαντάμ Λεμαίρ. Η χλιαρή τους υποδοχή από το κοινό και ορισμένα προβλήματα πλοκής τον έκαναν να εγκαταλείψει το μυθιστόρημά του "Ζαν Σαντέιγ", ώσπου, γύρω στο 1907, καταπιάστηκε με τον πολύτομο μυθιστορηματικό κύκλο "Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο". Ο πρώτος τόμος του κύκλου, "Από τη μεριά του Σουάν", που οι εκδότες τον απέρριπταν ο ένας μετά τον άλλον, εκδόθηκε με έξοδα του συγγραφέα το 1913. Ακολούθησαν οι τόμοι "Στον ίσκιο των ανθισμένων κοριτσιών", ο οποίος του χάρισε το βραβείο Γκονκούρ και τη φήμη, το 1918, "Η μεριά του Γκερμάντ", σε δύο τόμους, 1920 και 1921, και "Σόδομα και Γόμορρα", επίσης σε δύο τόμους, 1921 και 1922. Aσθματικός από μικρός, ο Προυστ πεθαίνει από πνευμονία το 1922. Οι τρεις τελευταίοι τόμοι, αν και ολοκληρωμένοι, κυκλοφόρησαν μετά τον θάνατό του, με την επιμέλεια του αδελφού του Ρομπέρ: "Η φυλακισμένη", 1923, "Η δραπέτις/Η εξαφάνιση της Αλμπερτίν", 1925 και "Ο ξανακερδισμένος χρόνος", 1927. Το 1927 κυκλοφόρησαν τα "Χρονικά", ένας τόμος με δημοσιευμένα άρθρα του. Μετά το θάνατό του, ο Προυστ πήρε γρήγορα τη θέση του ως ένας από τους σημαντικότερους μυθιστοριογράφους του εικοστού αιώνα κι ένας από τους πιο σημαντικούς κριτικούς της εποχής του. Tο έργο του προκάλεσε έναν πολύ μεγάλο αριθμό από αναλυτικές εργασίες και συνθετικές μελέτες και επηρέασε συγγραφείς όπως οι Τζέιμς Τζόις, Βιρτζίνια Γουλφ, Κλοντ Σιμόν, κ.ά.