Δημογραφικές μεταβολές, αγορά εργασίας και συντάξεις στην Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση
Η παρούσα έκδοση, χωρίς να επιδιώκει την πλήρη περιγραφή των εργαλείων δημογραφικής ανάλυσης, στοχεύει στην κατανόηση των βασικών αρχών που διέπουν την επιστήμη της δημογραφίας αλλά και το αντικείμενο που πραγματεύεται (πληθυσμός). Επιπλέον, φιλοδοξεί να αναδείξει τη σημασία των διαχρονικών μεταβολών της κατά ηλικία δομής του πληθυσμού για ορισμένους βασικούς τομείς οργάνωσης της κοινωνίας μας και ειδικότερα την αγορά εργασίας και τα συστήματα συνταξιοδότησης. Η προσέγγιση των δημογραφικών ζητημάτων γίνεται μέσα από μία "ψύχραιμη οπτική" η οποία στοχεύει σε ένα συστηματικό και πολύπλευρο προβληματισμό που συνδυάζει τις δημογραφικές αλλαγές με τις κοινωνικο-οικονομικές τους επιπτώσεις και καταλήγει προβάλλοντας την ανάγκη χάραξης πολιτικών με απώτερο σκοπό τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και τον περιορισμό των ανισοτήτων.
Τίτλος βιβλίου: | Δημογραφικές μεταβολές, αγορά εργασίας και συντάξεις στην Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση |
---|
Εκδότης: | Gutenberg - Γιώργος & Κώστας Δαρδανός |
---|
Συντελεστές βιβλίου: | Μπάγκαβος, Χρήστος (Συγγραφέας) Τσαούσης, Δημήτρης Γ. (Υπεύθυνος Σειράς)
|
ISBN: | 9789600109863 | Εξώφυλλο βιβλίου: | Μαλακό |
---|
Σειρά εκδότη: | Βιβλιοθήκη Κοινωνικής Επιστήμης και Κοινωνικής Πολιτικής | Σελίδες: | 406 |
---|
Στοιχεία έκδοσης: | Σεπτέμβριος 2003 | Διαστάσεις: | 21x14 |
---|
Κατηγορίες: | Επιστήμες > Επιστήμες του Ανθρώπου > Κοινωνιολογία Επιστήμες > Επιστήμες του Ανθρώπου > Οικονομία > Εργασία |

Sacher - Masoch, Leopold von, 1836-1895
O Λεοπόλντ φον Ζάχερ-Μαζόχ γεννήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 1836 στο Λέμπεργκ, την πρωτεύουσα της Γαλικίας. Σήμερα, η πόλη αυτή ονομάζεται Λβοβ και ανήκει στην Ουκρανία, τότε όμως αποτελούσε τμήμα της απέραντης αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας. Το 1848, η οικογένειά του μετακόμισε στην Πράγα όπου ο δωδεκάχρονος Λεοπόλντ άρχισε να μαθαίνει γερμανικά φοιτώντας σε γερμανικό γυμνάσιο. Στη συνέχεια, σπούδασε νομικά, ιστορία και μαθηματικά στα Πανεπιστήμια της Πράγας και του Γκρατς και μετά την αποφοίτησή του επέστρεψε στο Λέμπεργκ όπου διορίστηκε καθηγητής ιστορίας. Τα πρώτα του βιβλία ήταν καθαρά ιστορικά. Κατόπιν άρχισε να γράφει αφηγήματα όπου περιγράφει με εκπληκτική ζωντάνια τους γραφικούς ανθρώπινους τύπους και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της γενέθλιας Γαλικίας. Πολύ σύντομα εγκατέλειψε τη θέση του καθηγητή για να ζήσει από την πένα του. Ο Μαζόχ θεωρήθηκε ως ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους του ρεαλισμού και αναγνωρίστηκε ως μεγάλος συγγραφέας τόσο από το αναγνωστικό κοινό όσο κι από τους ομότεχνούς του. Ανάμεσα στους θαυμαστές του συγκαταλέγονταν ο Εμίλ Ζολά, ο Ερρίκος Ίψεν και ο Βίκτωρ Ουγκό ο οποίος μάλιστα τον αποκαλούσε "Τουργκένιεφ της Μικρορωσίας". Όμως, σήμερα, το όνομα του μας φέρνει αυτόματα στον νου τη λέξη "μαζοχισμός", όρο τον οποίον καθιέρωσε ο αυστριακός ψυχίατρος Κραφτ-Έμπινγκ για να κατονομάσει μια σεξουαλική διαστροφή που τη συναντάμε σε αρκετά έργα του Μαζόχ· πράγμα κάπως άδικο γι' αυτόν τον τόσο καλό συγγραφέα μόλο που, καθώς λέγεται, του άρεσε πολύ να παίζει τον μαζοχιστικό ρόλο του σκλάβου στις ερωτικές του σχέσεις. Αυτός ήταν ο λόγος που τον εγκατέλειψε η πρώτη του γυναίκα, Λάουρα Ρύμελιν. Αργότερα παντρεύτηκε τη γραμματέα του Χίλντα Μάιστερ με την οποία απέκτησε δύο παιδιά. Αντίθετα με τον αντίποδά του, τον μαρκήσιο ντε Σαντ, ο Μαζόχ τα πήγαινε μια χαρά με τον κοινωνικό του περίγυρο. Διοργάνωνε θεατρικές παραστάσεις στο σπίτι του, όπου συμμετείχε και ως ερασιτέχνης ηθοποιός, κι έπαιρνε ενεργό μέρος στη ζωή της πόλης. Ποτέ του δεν εκδήλωσε φανερά τις κρυφές σεξουαλικές του αδυναμίες, τον "μαζοχισμό" του ή την -κατά ορισμένους μελετητές- υποσυνείδητη ομοφυλοφιλία του. Ίσως γιατί το βασικό του πρόβλημα ήταν το να είναι αρεστός: λέγεται πως οι τελευταίες του λέξεις καθώς πέθαινε (1895) ήταν "να με αγαπάτε".