Φόνος στη δικτατορία
...παράτησα στη μέση τον Μαριγκέλα, σηκώθηκα, ξυρίστηκα, ντύθηκα, ζώστηκα τη μπερέτα στη μασχάλη και βγήκα. Η γραμμή ήταν: οι παράνομοι πάντα οπλισμένοι, κι ας έτρεμε η καρδιά πίσω από το πορτοφόλι. Η εξοικείωση με τ' όπλο θέλει γενιές πολλές γενιές αίμα.
Προχώρησα με τα πόδια, έστριψα κανά δυο δρομάκια που μπορούσε να ελέγξεις αν σ' ακολουθούσε κανείς. Βγήκα στη Πανόρμου.
Φωτίτσες στη σκεπή οι ταμπέλες των αραγμένων ταξί. Πήγα, χτύπησα το τζάμι του πρώτου.
- Ελεύθερος;
Ο ταξιτζής, κόκκινη, αξύριστη μούρη, βαριεστημένα ματιά.
- Έμπα.
Μπήκα.
- Για το σταθμό Πελοποννήσου, παρακαλώ.
- Πας για κάτω απ' το αυλάκι;
- Όχι, πάω μέχρι Λουτράκι.
Με κοίταξε μέσα απ' τον καθρέφτη.
- Μα, δεν έχει τέτοια ώρα για Λουτράκι.
Δαγκώθηκα. Οι μισοί απ' αυτούς μπορεί νάντουσαν χαφιέδες. Κάποια τέτοια φήμη κυκλοφορούσε τότε...
Μπέκος, Δημήτρης
Ο Δημήτρης Μπέκος γεννήθηκε το 1950 στη Συκιά Φωκίδος και μεγάλωσε στην Αθήνα.
Σπούδασε "Langue et Litterature Francaises" στο Πανεπιστήμιο της Rennes και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Φιλοσοφία, με εξειδίκευση στις "Ph. Sciences et Theories des formes de l' Education" στο Πανεπιστήμιο του Strasbourg.
Έχει παρακολουθήσει σε διάφορα Πανεπιστήμια κύκλους σπουδών που αφορούν στη Λογοτεχνία (συγκριτική λογοτεχνία, κριτική λογοτεχνίας), στη Λαογραφία (μυθολογία των λαών της λεκάνης της Μεσογείου, Ελληνικό δημοτικό τραγούδι), στη Φιλοσοφία (αρχαία ελληνική φιλοσοφία), στη Ψυχολογία - Κοινωνιολογία (συμπεριφορισμό, ψυχοκριτική), έχει εκπονήσει αρκετές μελέτες και δίνει σειρά διαλέξεων.
Υπηρέτησε επί σειρά ετών στην Εκπαίδευση και στο Δημόσιο, σαν έφορος βιβλιοθηκών και πινακοθηκών.
Το 1975 εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο και από τότε ασχολείται συνεχώς με τη συγγραφή και την έρευνα.