Μάνου Χατζιδάκι εγκώμιον
Η πρώτη μας συνάντηση με το Μάνο Χατζιδάκι έγινε την Άνοιξη του 1945. Ήμασταν και οι δυο εν τη γενέσει μας συνθέτες, με κοινά πρότυπα τα αριστουργήματα της συμφωνικής μουσικής.
Η Ελλάδα ήταν τότε μια κατεστραμμένη χώρα και, το πιο σοβαρό, με αβέβαιο μέλλον. Μπορεί οι Γερμανοί να είχαν φύγει και ο λαός να ζούσε τη χαρά της απελευθέρωσης, όμως όλοι ή σχεδόν όλοι γνωρίζαμε ότι η ευτυχία μας ήταν προσωρινή και ότι καινούριες συμφορές ήταν μπροστά μας.
Η πρώτη μας συνύπαρξη με το Μάνο έγινε στις κουίντες του θεάτρου της "Βρετάνιας". Αυτός είχε γράψει τη μουσική για "Το καλοκαίρι θα θερίσουμε" του Αλέξη Δαμιανού κι εγώ διηύθυνα τη μικρή χορωδία από Επονίτες. Κάπου κάπου τον αντικαθιστούσα στο αρμόνιο. Ο θίασος των Ενωμένων Καλλιτεχνών ήταν ο επίσημος θίασος της Αριστεράς, του ΕΑΜ, κι αυτό από μόνο του έδειχνε το ιδεολογικό στρατόπεδο στο οποίο ανήκαμε και οι δύο. Άλλωστε αυτό ήταν κάτι το αυτονόητο για το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής νεολαίας και ιδιαίτερα της σκεπτόμενης. Τότε ο Μάνος έκανε τα πρώτα του βήματα προς τη δημοσιότητα, προς τη φήμη, για να φτάσει συντομόττερα από κάθε άλλον στην κορυφή.
[...]

Πατρίκιος Τίτος
Τίτος Πατρίκιος (1928). Ο Τίτος Πατρίκιος γεννήθηκε στην Αθήνα, γιος των ηθοποιών Σπύρου και Λέλας Πατρικίου. Το 1946 ολοκλήρωσε τα γυμνασιακά του μαθήματα στο Βαρβάκειο και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εργάστηκε για κάποια χρόνια ως δικηγόρος. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση, στρατευμένος αρχικά στην ΕΠΟΝ και στη συνέχεια στον ΕΛΑΣ. Το 1944 καταδικάστηκε σε θάνατο από συνεργάτες των γερμανών και η εκτέλεσή του ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας εξορίστηκε στη Μακρόνησο (1951-1952) και κατά τη διετία 1952-1953 στον Άη Στράτη, από όπου επέστρεψε στην Αθήνα με άδεια εξορίστου. Από το 1959 ως το 1964 σπούδασε κοινωνιολογία στην Ecole Pratique des Hautes Etudes του Παρισιού και πήρε μέρος σε έρευνες του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικής Έρευνας της Γαλλίας. Επέστρεψε στην Ελλάδα, μετά την επιβολή της δικτατορίας του Παπαδόπουλου όμως, κατέφυγε ξανά στο Παρίσι, όπου πήρε μέρος σε εκδηλώσεις ενάντια στο παράνομο καθεστώς, και εργάστηκε στην έδρα της Unesco στο Παρίσι και στη Fao στη Ρώμη. Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1975 και εργάστηκε ως δικηγόρος, κοινωνιολόγος και λογοτεχνικός μεταφραστής. Το 1982 επέστρεψε στη θέση που κατείχε στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών πριν το 1967. Στην Αθήνα εργάστηκε επίσης στο Κέντρο Μαρξιστικών Μελετών. Η πρώτη του εμφάνιση στο χώρο των γραμμάτων πραγματοποιήθηκε το 1943 με τη δημοσίευση ενός ποιήματός του στο περιοδικό "Ξεκίνημα της Νιότης", ενώ το 1954 εκδόθηκε η πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο "Χωματόδρομος". Ιδρυτικό μέλος του περιοδικού "Επιθεώρηση Τέχνης" από το 1954 δημοσίευσε πολλά άρθρα και κριτικές στις στήλες του, ενώ πολλά δοκίμιά του συμπεριλήφθηκαν σε συγκεντρωτικές εκδόσεις. Ασχολήθηκε επίσης με τη μετάφραση (κείμενα των Σταντάλ, Αραγκόν, Μαγιακόφσκι, Νερούντα, Γκόγκολ, Γκαρωντύ, Λούκατς και άλλων) και την πεζογραφία, ενώ τα περισσότερα κοινωνιολογικά έργα του είναι γραμμένα στα γαλλικά. Έργα του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, τα φλαμανδικά, τα γερμανικά και τα ολλανδικά. Το 1994 τιμήθηκε με ειδικό κρατικό βραβείο για το σύνολο του έργου του. Το Φεβρουάριο του 2020 έλαβε τα διάσημα του Αξιωματούχου του Τάγματος Γραμμάτων και Τεχνών από τον πρέσβη της Γαλλίας στην Ελλάδα, Patrick Maisonnave. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Τίτου Πατρίκιου βλ. Αλέξανδρος Αργυρίου, "Τίτος Πατρίκιος", στο "Η ελληνική ποίηση · η πρώτη μεταπολεμική γενιά", Αθήνα: Σοκόλης, 1982, Αλέξανδρος Αργυρίου, "Πατρίκιος Τίτος", στο "Παγκόσμιο βιογραφικό λεξικό", τ. 8, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988 και Δώρα Μέντη, "Πατρίκιος Τίτος", στο "Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας", Αθήνα, Πατάκης, 2007.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.· φωτογραφία: Δημήτρης Τσουμπλέκας)