Ο βοσκός Νικάνορας και το ρωμαίικο
Όταν θέλομε να πούμε για κάτι πως είναι ωραίο, λέμε πως είναι σαν παραμύθι. Έτσι ομολογούμε πως οι καρδιές μας είναι φτιαγμένες τέτοιες από το δημιουργό τους, ώστε να χαίρονται με τα παραμύθια και με ό,τι από τον αντικειμενικό κόσμο μοιάζει με παραμύθι. Αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος που ταιριάζει στις καρδιές μας είναι ένας κόσμος πολύ διαφορετικός από αυτόν, που έφτιαξε ο πολιτισμός μας και προσπαθούμε να τον ζήσομε.
Λέω ότι "προσπαθούμε" να τον ζήσομε, γιατί αυτό, που ζούμε, δεν είναι ζωή.
Δεν είναι ζωή, γιατί δεν έχει χαρά, γαλήνη, απλότητα, πίστη ότι αυτός, που μας έπλασε κι εδημιούργησε τον κόσμο, τον συνέχει πάντα και τον συντηρεί και καλλιεργεί τις αρετές στις καρδιές μας και οδηγεί τον κόσμο όλο στην μεταμόρφωσή του, μια μεταμόρφωση σαν παραμύθι.
Γι' αυτό τα παραμύθια είναι πιο αληθινά από τον αντικειμενικό κόσμο. Ο αντικειμενικός κόσμος "πυρί κατακαήσεται" αργά ή γρήγορα. Και η καινή κτίση, που θα έρθει με την ανακαίνιση του κόσμου, θα είναι ένα ωραιότατο παραμύθι, πιο ωραίο απ' αυτά, που σας γράφω. Ως εκείνη την ώρα παρηγορηθείτε με τα δικά μου. (Κώστας Γανωτής)
Τίτλος βιβλίου: | Ο βοσκός Νικάνορας και το ρωμαίικο |
---|
Υπότιτλος βιβλίου: | Παραμύθια |
---|
Εκδότης: | Πηλός |
---|
Συντελεστές βιβλίου: | Γανωτής, Κωνσταντίνος Σ. (Συγγραφέας)
|
ISBN: | 9789608822412 | Εξώφυλλο βιβλίου: | Μαλακό |
---|
Στοιχεία έκδοσης: | Ιούνιος 2004 | Διαστάσεις: | 21x14 |
---|
Κατηγορίες: | Παιδικά - Εφηβικά > Παραμύθια |

Σολωμός Διονύσιος
Γεννήθηκε στην Ζάκυνθο το 1798, από αριστοκρατική οικογένεια. Το 1808 στάλθηκε στην Ιταλία για σπουδές και σπούδασε νομικά. Μετά από δέκα χρόνια επιστρέφει στη Ζάκυνθο με γερή φιλολογική μόρφωση. Εκείνη την εποχή γίνεται δεκτός σε μια φιλολογική οργάνωση όπου αναγνωρίζεται ως στιχουργός. Στο τέλος του 1828 εγκαταλείπει τη Ζάκυνθο και εγκαθίσταται στη Κέρκυρα για να αφοσιωθεί στην ποίηση. Το 1833 ένα σοβαρό οικογενειακό γεγονός τον ταράζει, ο ετεροθαλής αδελφός του δηλώνει στις λιμενικές αρχές την κληρονομιά από τον πατέρα του και τη διεκδικεί. Όλα τα χρόνια που έζησε στην Κέρκυρα δεν έκανε ούτε ένα ταξίδι στην ελευθερωμένη Ελλάδα γιατί, όπως υποστηρίζεται, "δεν εσυνηθούσε να θεατρίζει στο εθνικό του φρόνηματα αλλά μες το άγιο βήμα της ψυχής". Όταν ο Σολωμός γύρισε από την Ιταλία, έφερε μαζί του ποιήματα θρησκευτικού περιεχομένου. Αργότερα δημιουργεί αυτοσχέδια σονέτα και τέλος λυρικά ποιήματα. Το πρώτο εκτενές ποίημα του Σολωμού είναι ο "Ύμνος εις την Ελευθερίαν" που είναι γραμμένος σε τετράστιχες στροφές. Ο Σολωμός πέθανε το Φεβρουάριο του 1857 από εγκεφαλική συμφόρηση. Τα οστά του μεταφέρθηκαν το 1865 στη Ζάκυνθο και τοποθετήθηκαν στην αρχή σε ένα μικρό μαυσωλείο στον τάφο του Κάλβου. Επίσης χαρακτηριστικό είναι ότι ο Σολωμός ως ποιητής απέκτησε φήμη από τα νεανικά του χρόνια και ότι με το πέρασμα των δεκαετιών το ποιητικό του έργο δεν ξεπεράστηκε.