Σε μισώ, σ' αγαπώ
Καμιά σχέση γονέων και ενήλικων παιδιών δεν μοιάζει με καμιά άλλη: υπάρχουν εκείνοι που τηλεφωνούν στη μητέρα τους καθημερινά και εκείνοι που μετακόμισαν όσο πιο μακριά της γινόταν. Κάθε σχέση είναι ξεχωριστή και, πολλές φορές, επιβαρημένη από κάποιο γεγονός. Τα παιδιά αγαπούν τους γονείς τους... Οι γονείς αγαπούν τα παιδιά τους... ή τουλάχιστον τις περισσότερες φορές. Θα πίστευε κανείς ότι η σχέση αυτή είναι η πιο στενή, η πιο οικεία που υπάρχει. Κι όμως, σπανίως συμβαίνει αυτό. Πολλές τέτοιες σχέσεις είναι οδυνηρές, τεταμένες, ενώ άλλες, απλώς επιφανειακές, τυπικές. Οι περισσότεροι το παίρνουν απόφαση ότι είναι έτσι, βέβαιοι ότι δεν μπορεί να αλλάξει τίποτε.Σε αυτό το βιβλίο, η Ιζαμπέλ Φιλιοζά προτείνει στον αναγνώστη να τολμήσει την περιπέτεια μιας αυθεντικής συνάντησης με τους γονείς του, όπου θα "ξεκαθαριστούν παλιοί λογαριασμοί". Τα ψυχικά τραύματα της παιδικής ηλικίας πρέπει να συνειδητοποιηθούν και να αναγνωρισθούν, οι παρεξηγήσεις να λυθούν, πρέπει ο ενδόμυχος θυμός να εκδηλωθεί και να γίνει αποδεκτός για να μπορέσει να αποκατασταθεί ο οικογενειακός δεσμός. Η συμφιλίωση δεν είναι κάτι που επιτυγχάνεται χωρίς πόνο...
Κάλβος, Ανδρέας, 1792-1869
Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1792. Η μητέρα του ονομάζονταν Αδριανή. Ο πατέρας του, ο Ιωάννης Κάλβος, ήταν εθελοντής και αξιωματικός στο βενετικό μισθοφορικό στρατό. Ο Ιωάννης είχε παντρευτεί δύο φορές και αυτό επηρέασε αρνητικά τον Ανδρέα με συνέπεια τα δραματικά του ποιήματα. Από το φθινόπωρο του 1813 στην Ιταλία γνώρισε τον Ούγο Φωσκόλο και αργότερα ετέθη στην υπηρεσία του ως γραμματικός και αντιγραφέας. Παράλληλα μελέταγε αρχαία κείμενα και ιδιαίτερα νεοκλασική ιταλική λογοτεχνία. Ο Κάλβος είχε έντονη και άστατη ερωτική ζωή. Τέλος το 1819 παντρεύτηκε την Αγγλίδα Μαρία Τερέζα Τόμας και απέκτησε μια κόρη. Όμως γρήγορα πέθαναν και οι δύο, μήτερα και κόρη, και έτσι ο Ανδρέας Κάλβος φεύγοντας από την Αγγλία το 1820 κινήθηκε μεταξύ Φλωρεντίας, Ελβετίας και Γαλλίας. 'Ετσι το 1826 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και γνώρισε πολλούς φιλέλληνες και ανατολίτες. Μετά από πολλά ταξίδια εφυγε από το Ναύπλιο και πήγε στην Κέρκυρα τον Αύγουστο του 1826. Εκεί έγινε διδάκτορας της φιλοσοφίας και δίδαξε συγκριτική λογοτεχνία ως το 1828 ως μή μόνιμος καθηγητής. Στα τέλη του 1852 έφυγε για το Λονδίνο όπου στις αρχές του 1853 παντρεύτηκε τη δασκάλα Καρλότα Αυγούστα Ουάνταμς. Εγκαταστάθηκαν στο Λάουθ του Λινκονσάιρ. Η γυναίκα του ίδρυσε εκεί ανώτερο παρθεναγωγείο και εκεί ο Ανδρέας Κάλβος δίδαξε μαθηματικά και ξένες γλώσσες. Πέθανε το 1867 και τάφηκε στο Κέντιγκτον. Τα οστά του Κάλβου και της γυναίκας του μεταφέρθηκαν το 1960 στη Ζάκυνθο.