Ο Χριστός ξανασταυρώνεται
«Συχωρεμένος να ’σαι, γιατί αγάπησες πολύ».
Το συγκλονιστικό μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη αφηγείται μια ιστορία αγάπης και μίσους, θάρρους και εγκαρτέρησης.
Σε ένα χωριό υπάρχει το έθιμο να αναβιώνονται τα Πάθη του Χριστού κάθε επτά χρόνια.
Ο παπα-Γρηγόρης με τους προεστούς επιλέγουν τα πρόσωπα που θα λάβουν μέρος.
Τον Χριστό θα υποδυθεί ο Μανολιός, ένας απλός βοσκός, ο οποίος μετά την επιλογή του θα αρχίσει να αλλάζει προσπαθώντας να φτάσει στη μεγαλύτερη ψυχική και σωματική αγνότητα.
Όταν το απόγευμα καταφτάνουν πρόσφυγες από ένα άλλο χωριό, με επικεφαλής τον παπα-Φώτη, καθώς διώκονται από τους Τούρκους, οι χωριανοί θα διχαστούν, αφού ο παπα-Γρηγόρης και αρκετοί άλλοι θα πουν πως φέρνουν μαζί τους επιδημία χολέρας.
Οι μόνοι που θα τους βοηθήσουν είναι ο Μιχελής, η Κατερίνα, ο Γιαννακός, ο Κωσταντής κι ο Μανολιός, ο οποίος θα τους υπερασπιστεί μιλώντας για την αξία της αγάπης και τη φιλευσπλαχνία.
Το αριστούργημα του Νίκου Καζαντζάκη Ο Χριστός ξανασταυρώνεται, γραμμένο με πόνο, αγάπη και πίστη για τον άνθρωπο, είναι η ιχνηλάτηση της συναρπαστικής περιπέτειας του χριστιανικού «μύθου» για να χαραχτεί ο εναγώνιος κύκλος γύρω από τα θεμελιακά προβλήματα της ύπαρξης.
Δε βρίσκει κανένας ποτέ παρά ό,τι ζητάει, εμείς –καλά το ’νιωσες, Μανολιό μου– θα βρούμε, εκεί που πάμε, το Θεό, και θα τον βρούμε, όχι όπως τον παριστάνουν όσοι δεν τον είδαν ποτέ τους, ένα ροδομάγουλο γέρο, που κάθεται μακάρια σε πουπουλένια σύννεφα και προστάζει, μα σα μικρή φωνή που τινάζεται από τα σωθικά μας και σηκώνει πόλεμο.
Οι νέες εκδόσεις, με νέα εξώφυλλα και ειδικά σχεδιασμένη γραμματοσειρά, συνοδεύονται από εισαγωγικά κείμενα και επίμετρο, που προσφέρουν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το ίδιο το έργο και την εποχή στην οποία γράφτηκε.

Χρυσοστομίδης, Ανταίος, 1952-2015
Ο συγγραφέας, μεταφραστής και δημοσιογράφος Ανταίος Χρυσοστομίδης (1952-2015), γιος του ιστορικού στελέχους της Αριστεράς Σοφιανού Χρυσοστομίδη και της Ειρήνης, γεννήθηκε το 1952 στο Κάιρο. Σπούδασε αρχιτεκτονική στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ρώμης και εργάστηκε μέχρι το 1982 ως αρχιτέκτονας. Στην Ιταλία οργανώθηκε πολιτικά στο ΚΚΕ Εσωτερικού. Υπήρξε ηγετικό στέλεχος της νεολαίας του κόμματος, "Ρήγας Φεραίος", και η δημοσιογραφική του διαδρομή ξεκίνησε από το περιοδικό της "Θούριος". Στη συνέχεια εργάστηκε σε περιοδικά μαζικής κυκλοφορίας και συνεργάστηκε με την εφημερίδα "Αυγή", όπου υπέγραφε τη λογοτεχνική σελίδα "Περιδιαβάζοντας". Το 1998 ανέλαβε τη διεύθυνση της σειράς ξένης λογοτεχνίας των εκδόσεων Καστανιώτη, όπου επιμελήθηκε την έκδοση έργων συγγραφέων απ' όλο τον κόσμο, αναδεικνύοντάς την σε πρότυπο για τα ελληνικά εκδοτικά δεδομένα. Μετέφρασε στα ελληνικά έργα του Ίταλο Καλβίνο, του Αντόνιο Ταμπούκι (όλα τα έργα του που κυκλοφορούν στα ελληνικά), του Κούρτσιο Μαλαπάρτε, του Αλμπέρτο Μοράβια, του Ντάριο Φο, του Λεονάρντο Σάσα, του Ντίνο Μπουτζάτι και άλλων σπουδαίων Ιταλών συγγραφέων. Το 1999 δημοσίευσε μαζί με τον Αντόνιο Ταμπούκι το βιβλίο "Ένα πουκάμισο γεμάτο λεκέδες" (Εκδόσεις Άγρα). Επίσης εξέδωσε τα βιβλία "Λεωνίδας Κύρκος, η δυναμική της ανανέωσης" (2011), "Οι κεραίες της εποχής μου", τόμος Α' και Β' (2012 και 2013, αντίστοιχα), και τα τρία στις εκδόσεις Καστανιώτη. Από το 2006 έως το 2013 ήταν υπεύθυνος μαζί με τη Μικέλα Χαρτουλάρη της σειράς ντοκιμαντέρ "Οι κεραίες της εποχής μας", στην ΕΡΤ, η οποία παρουσίασε στο ελληνικό κοινό σημαντικούς εν ζωή ξένους συγγραφείς στο περιβάλλον ζωής και δημιουργίας τους. Ως μεταφραστής δίδαξε μετάφραση σε μεταπτυχιακά τμήματα του Πανεπιστημίου Αθηνών και στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης Λογοτεχνίας (ΕΚΕΜΕΛ). Το 2003 βραβεύτηκε με το Κρατικό Βραβείο Ξένης Λογοτεχνικής Μετάφρασης για το μυθιστόρημα του Αντόνιο Ταμπούκι, "Είναι αργά, όλο και πιο αργά". Το 2004 το Ιταλικό Κράτος του απένειμε τον τίτλο του Ιππότη Εργασίας, τιμώντας τον για την προσφορά του στην εξάπλωση του ιταλικού πολιτισμού. Στις ευρωεκλογές του 2014 ήταν υποψήφιος με το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς (ΔΗΜΑΡ). Έφυγε ξαφνικά από τη ζωή στην Αθήνα στις 14 Αυγούστου 2015, μετά από επιπλοκές στην υγεία του. Η πολιτική κηδεία του, σύμφωνα με την τελευταία επιθυμία του, έγινε στο Α' Νεκροταφείο.