Ζώα και άνθρωπος στο «Περί Φύσεως» του Λουκρήτιου
Στο «Περί Φύσεως» του Λουκρήτιου τα ζώα ως πλήρη υποκείμενα κατέχουν μια ξεχωριστή θέση, γιατί ο ποιητής νιώθει για αυτά αληθινό ενδιαφέρον, σχεδόν τρυφερότητα, και ο στοχασμός του αναφορικά με τα ζώα υπερβαίνει κατά πολύ την περιέργεια του απλού ερασιτέχνη.
Τα τελευταία χρόνια οι μελέτες σχετικά με αυτή την πτυχή του μνημειώδους φιλοσοφικού έπους της λατινικής γραμματείας πληθαίνουν, καθώς είναι ξεκάθαρο πλέον ότι εκεί τα ζώα διαδραματίζουν έναν ποιοτικό ρόλο, ο οποίος δεν έχει να κάνει τόσο –και μόνο– με τον αριθμό των στίχων που μιλούν για τα μη ανθρώπινα πλάσματα όσο γιατί η ζωηρή έφεση του ποιητή για την παρατήρησή τους, η επιμελής περιγραφή και η ποιητική επεξεργασία του ζωικού κόσμου συνδέονται λειτουργικά με το υπόλοιπο ποίημα, εξυπηρετούν συγκεκριμένες ανάγκες της διδασκαλίας, μας επιτρέπουν να γνωρίσουμε καλύτερα το «όλον» και όχι μόνο δεν μπορούν να αναχθούν σε θραύσματα που στερούνται συνοχής, αλλά φωτίζουν τον πολυδιάστατο χαρακτήρα ενός έργου που παραμένει ένα ανοιχτό πεδίο προβληματισμών και ζητημάτων. Οι περιγραφές ζωικών σκηνών δεν θέλουν μόνο να δείξουν, αλλά να αποδείξουν και να πείσουν, προσλαμβάνοντας στο πλαίσιο της επιχειρηματολογίας μια αποδεικτική βαρύτητα.
Όντας οπαδός μιας σχολής, της επικούρειας, η οποία στην τελολογία των στωικών αντιπαρέθετε το ιδανικό ενός κόσμου τον οποίο κυβερνούν εσωτερικοί και μηχανοκρατικοί νόμοι, ο Λουκρήτιος δείχνει μια ιδιαίτερη σφοδρότητα στην απόρριψη του ανθρωποκεντρικού βλέμματος, προτείνοντας από την πλευρά του ένα απολύτως οριζόντιο και εξισωτικό παράδειγμα σχέσης ανθρώπου-ζώου.

Rilke, Rainer Maria, 1875-1926
Ο Αυστρογερμανός ποιητής Ράινερ Μαρία Ρίλκε (1875-1926) γεννήθηκε στην Πράγα από πατέρα πρώην στρατιωτικό και μητέρα μια κοσμική γυναίκα, από πλούσια οικογένεια βιομηχάνων, κόρη αυτοκρατορικού συμβούλου. Ως παιδί και έφηβος δεν υπήρξε ιδιαίτερα ευτυχισμένος. Η παιδεία του ήταν ανοργάνωτη και αποσπασματική. Αρχικά ακολουθεί στρατιωτική εκπαίδευση, όμως αδυνατεί να προσαρμοστεί και τελικά λόγω εύθραυστης κράσης την εγκαταλείπει. Εισάγεται στην Εμπορική Σχολή του Λίντς, άλλα μετά από έναν χρόνο επιστρέφει στην Πράγα και συγκεντρώνεται στις σπουδές του το 1895 εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου και διδάσκεται λογοτεχνία, ιστορία της τέχνης, φιλοσοφία και για ένα εξάμηνο νομικά. Συνεχίζει τις σπουδές του σε Μόναχο και Βερολίνο. Ταξιδεύει ακατάπαυστα σε όλη την Ευρώπη. Καρπός των επισκέψεων του στη Ρωσία, που θα αποτελέσουν ορόσημο στη ζωή του, είναι το "Ωρολόγιον" (1905). Το 1901 παντρεύεται τη γλύπτρια Κλάρα Βέστχοφ και την ίδια χρονιά γεννιέται η κόρη τους. Εγκαθίσταται στο Παρίσι, το γεωγραφικό και καλλιτεχνικό του επίκεντρο για δώδεκα περίπου χρόνια, όπου συνδέεται στενά με τον Ροντέν και εξελίσσει ένα νέο ύφος ακραίας γλωσσικής και λυρικής εκλέπτυνσης, το όποιο αντανακλάται στα "Νέα Ποιήματα" (1907- 1908) και τις "Αναμνήσεις τον Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε" (1910). Περιέρχεται σε δημιουργική κρίση και βαθύτατη κατάθλιψη έως το 1922, όποτε εν μέσω δημιουργικού παροξυσμού ολοκληρώνει τις "Ελεγείες του Ντουίνο" (1923), που συνέλαβε σε μια στιγμή διαύγειας το 1912 στην Ιταλία, ενώ συνθέτει σε διάστημα λίγων μόλις ημερών τα "Σονέτα στον Ορφέα" (1923), εμπνευσμένα από τον θάνατο ενός νεαρού κοριτσιού· τα δύο αυτά έργα θα θεωρηθούν τα ποιητικά του αριστουργήματα και θα του χαρίσουν διεθνή φήμη. Ο Ρίλκε έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στο Μυζό, κοντά στη λίμνη της Γενεύης, στην κοιλάδα του Ροδανού, και πέθανε στις 29 Δεκεμβρίου του 1926 στο σανατόριο του Βαλμόν στην Ελβετία από λευχαιμία. Σύμφωνα με τον θρύλο ο Ρίλκε ασθένησε όταν αγκυλώθηκε από το αγκάθι ενός ρόδου καθώς φρόντιζε τον κήπο του.