Ομήρου Ιλιάδα
Πιάσε το χέρι μου, Θεά· ψυχή μου δώσε ρεύμα,
να γράψω μ' έναν κεραυνό πάνω σε μαύρη πλάκα
του Αχιλλέα τον θυμό και τ' Αρχηγού το πείσμα
μήπως και ταρακουνηθούν οι δύο πολεμάρχοι.
Θυμώσανε, πεισμώσανε και πήραν στον λαιμό τους
τόσες χιλιάδες Αχαιούς που δάγκασαν το χώμα
και τους κατασπαράξανε οι σκύλοι και τα όρνια.
Τόσες ψυχές αθάνατες γκρεμίστηκαν στον Άδη
για έναν γυναικοκαβγά που 'καναν οι μεγάλοι:
ο Αγαμέμνων ο Αρχηγός κι ο Μέγας Αχιλλέας.
Δάχτυλος Δία βέβαια κρύβεται από πίσω
μα την πληρώσαν οι θνητοί, όπως συμβαίνει πάντα.
Μια πρωτότυπη νέα Ιλιάδα ξαναγραµµένη από έναν σύγχρονο δηµιουργό. Ο Μιχάλης Γκανάς ξαναγράφει και ξαναλέει την Ιλιάδα µε τον δικό του τρόπο, βάζοντας µέσα στο κείµενο στοιχεία από την πλούσια γλωσσική και ποιητική µας παράδοση.
Ω αναγνώστη άγνωστε, δεν χόρτασες το αίμα
των Τρώων και των Αχαιών; Το αίμα και το δάκρυ;
Ω αναγνώστη γνωστικέ, δεν ξέχασες το ψέμα
που σε ταΐζουν μια ζωή, κι εφτά ζωές, και χίλιες,
πριγκίπισσες και πρίγκιπες και λήσταρχοι ρηγάδες
μα κι αθεόφοβοι θεοί, που θέλουνε ραγιάδες.
Τι να σου πει κι ο Ποιητής, λαέ μου αγαπημένε,
πάντοτ' ευκολοπίστευτε και πάντα προδομένε.

Σολωμός Διονύσιος
Γεννήθηκε στην Ζάκυνθο το 1798, από αριστοκρατική οικογένεια. Το 1808 στάλθηκε στην Ιταλία για σπουδές και σπούδασε νομικά. Μετά από δέκα χρόνια επιστρέφει στη Ζάκυνθο με γερή φιλολογική μόρφωση. Εκείνη την εποχή γίνεται δεκτός σε μια φιλολογική οργάνωση όπου αναγνωρίζεται ως στιχουργός. Στο τέλος του 1828 εγκαταλείπει τη Ζάκυνθο και εγκαθίσταται στη Κέρκυρα για να αφοσιωθεί στην ποίηση. Το 1833 ένα σοβαρό οικογενειακό γεγονός τον ταράζει, ο ετεροθαλής αδελφός του δηλώνει στις λιμενικές αρχές την κληρονομιά από τον πατέρα του και τη διεκδικεί. Όλα τα χρόνια που έζησε στην Κέρκυρα δεν έκανε ούτε ένα ταξίδι στην ελευθερωμένη Ελλάδα γιατί, όπως υποστηρίζεται, "δεν εσυνηθούσε να θεατρίζει στο εθνικό του φρόνηματα αλλά μες το άγιο βήμα της ψυχής". Όταν ο Σολωμός γύρισε από την Ιταλία, έφερε μαζί του ποιήματα θρησκευτικού περιεχομένου. Αργότερα δημιουργεί αυτοσχέδια σονέτα και τέλος λυρικά ποιήματα. Το πρώτο εκτενές ποίημα του Σολωμού είναι ο "Ύμνος εις την Ελευθερίαν" που είναι γραμμένος σε τετράστιχες στροφές. Ο Σολωμός πέθανε το Φεβρουάριο του 1857 από εγκεφαλική συμφόρηση. Τα οστά του μεταφέρθηκαν το 1865 στη Ζάκυνθο και τοποθετήθηκαν στην αρχή σε ένα μικρό μαυσωλείο στον τάφο του Κάλβου. Επίσης χαρακτηριστικό είναι ότι ο Σολωμός ως ποιητής απέκτησε φήμη από τα νεανικά του χρόνια και ότι με το πέρασμα των δεκαετιών το ποιητικό του έργο δεν ξεπεράστηκε.