Στοίχημα με το διάβολο
Όταν μια διάσημη Αμερικανίδα ηθοποιός -η Τζέην Ουίλκινσον- ζητά από τον Ηρακλή Πουαρό να αναλάβει την υπόθεση του διαζυγίου της, εκείνος δέχεται, προς μεγάλη έκπληξη του φίλου του και συνεργάτη, λοχαγού Χάστινγκς. Η νεαρή ηθοποιός επιθυμεί να απαλλαγεί από τον αφόρητο και βάναυσο σύζυγό της, με κάθε μέσο, ώστε να μπορέσει να παντρευτεί τον βαθύπλουτο Δούκα του Μέρτον. Βέβαια ο Πουαρό δε θα ήταν διατεθειμένος να χρησιμοποιήσει αθέμιτα μέσα, για να ικανοποιήσει την πελάτισσά του. Αυτή όμως η φαινομενικά απλή εξυπηρέτηση σε μια γοητευτική ύπαρξη θα εξελιχθεί σ' ένα μεγάλο φιάσκο, καθώς ο λόρδος Έτζγουερ -ο σύζυγος- θα βρεθεί δολοφονημένος στη βιβλιοθήκη του σπιτιού του κι ο Πουαρό θα κληθεί να εξιχνιάσει αυτή τη μυστηριώδη κι εξαιρετικά μπλεγμένη υπόθεση.
Η Άγκαθα Κρίστι ολοκλήρωσε αυτό το τόσο ευφυές μυθιστόρημά της, κατά τη διάρκεια των διακοπών της στη Ρόδο το 1933.
Τίτλος βιβλίου: | Στοίχημα με το διάβολο |
---|
Υπότιτλος βιβλίου: | Άθλος του Ηρακλή Πουαρό |
---|
Τίτλος πρωτότυπου: | Lord Edgware Dies |
---|
Εκδότης: | Λυχνάρι |
---|
Συντελεστές βιβλίου: | Christie, Agatha, 1890-1976 (Συγγραφέας) Λαζαρίδης, Τάσος (Μεταφραστής)
|
ISBN: | 9789605170219 | Εξώφυλλο βιβλίου: | Μαλακό |
---|
Σειρά εκδότη: | Βιβλιοθήκη Αστυνομικής Φιλολογίας | Σελίδες: | 224 |
---|
Στοιχεία έκδοσης: | Δεκέμβριος 2011 | Διαστάσεις: | 19x12 |
---|
Κατηγορίες: | Λογοτεχνία > Μεταφρασμένη λογοτεχνία > Αστυνομικό Μυθιστόρημα |
Μπελεζίνης, Ανδρέας, 1929-2011
Ο Αντρέας Μπελεζίνης (1929-2011) γεννήθηκε στην Πάτρα. Μεγάλωσε στη συνοικία του Αγίου Ανδρέα και στην Αρόη (Χαλίλι). Τελείωσε το τότε οκτατάξιο γυμνάσιο στη Μέση Σχολή και τις δύο τελευταίες τάξεις στο Δ΄ Αρρένων Πατρών. Φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών (φιλολογικό τμήμα), το Δ.Μ.Ε. και έκανε ένα μικρό διάστημα μεταπτυχιακά στην ιστορία. Δίδαξε σε φροντιστήριο και για 5 χρόνια στο δημόσιο. Παραιτήθηκε το 1966, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και γύρισε στα φροντιστήρια. "Προαγωγός εις ποίησιν", είπε πολλά, έγραψε λιγότερα και δημοσίευσε ελάχιστα. Εξέδωσε και συνδιηύθυνε τα περιοδικά "Όστρακο" (στην Πάτρα, τρία τεύχη) και "Σπείρα" (στην Αθήνα, σε τρεις περιόδους). Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Συμποσίου Ποίησης και επίτιμος πρόεδρός του. Πέθανε στην Αθήνα τον Ιανουάριο του 2011.
Στη νεκρολογία του στην εφημερίδα "Αυγή" της 23/1/2011, ο Αλέξης Ζήρας έγραψε για τον Ανδρέα Μπελεζίνη: "Ο Ανδρέας Μπελεζίνης (Πάτρα 1929 - Αθήνα 2011) ήταν ο χαρακτηριστικός τύπος του λογίου που όταν βρέθηκε στα καλύτερα χρόνια του, στα χρόνια ας πούμε της κριτικής του ωριμότητας, μετά το 1980, δεν καταπιάστηκε με αυτό που ήταν στις ικανότητές του, τη σύνθεση. Την εντυπωσιακή του ενεργητικότητα, αυτό το αεικίνητο που τον διέκρινε και που συνοδευόταν από την έκφραση της συνεχούς έντασης και του τεταμένου θυμικού στις κινήσεις, στις αντιδράσεις και στον τρόπο που μιλούσε, τα απορροφούσαν κατά ένα μέρος, όχι το μικρότερο, η διδασκαλία και η αγάπη για τους μαθητές του. [...] Το ότι ο Μπελεζίνης άργησε να κάνει το βήμα προς τη σύνθεση είναι αμέσως αντιληπτό από το ότι η πρώτη του σχετική μελέτη, "Η Νεολιθική νυχτωδία στην Κροστάνδη του Νίκου Καρούζου: μια ανάγνωση", δημοσιεύτηκε το 1987, όταν ήταν πενήντα οκτώ ετών, ενώ είχαν προηγηθεί πολλές συντομότερες σπουδές του πάνω στη σύγχρονη ελληνική ποίηση -το προνομιακό πεδίο του κριτικού του ενδιαφέροντος. Στα εικοσιτέσσερα χρόνια που ακολούθησαν, εκτός από μία ακόμα συνθετική μελέτη για τα ποιήματα του Όψιμου Ελύτη (1999), όλα τα άλλα βιβλία του Ανδρέα Μπελεζίνη ήταν συναγωγές άρθρων, παρουσιάσεων και βιβλιοκρισιών: "Εύσημοι και άσημοι λόγοι" (1988), "Κριτικό τρίπτυχο" (1991), "Παρουσιάσεις ποιητών" (2004), "Για τον Νίκο Εγγονόπουλο" (2007). Πάλι καλά, γιατί όπως όλοι γνωρίζουμε τα ασυγκέντρωτα μελετήματα τα περιμένει η μοίρα των ανενεργών κειμένων, σκορπισμένων και θαμμένων σε διάφορα βραχύβια ως επί το πλείστον έντυπα. [...] Λέω, χωρίς να πιστεύω πως υπερβάλλω, ότι ο Μπελεζίνης δούλεψε "ψιλοβελονιά" με αφορμή τις "συναντήσεις" ή τις "προσλήψεις" του ποιητή. Και να μην ξεχνάμε καθόλου, το όχι λιγότερο σημαντικό και απολύτως χαρακτηριστικό για τον κριτικό νου και τον κριτικό λόγο του, το ότι ο λόγος του, από τα πρώτα του ακόμα γραπτά, διαπνεόταν από μια ευφορία, από τη χαρά και την ψυχική ευδία ενός αναγνώστη που ενθουσιαζόταν συνομιλώντας με την υψηλή και καρπερή ποίηση. Μια ευφορία που δεν ήταν ασύνδετη με τον άκρως παρορμητικό και εκρηκτικό του χαρακτήρα και που, όχι σπάνια, τον παρέσυρε σε παρεκβάσεις απέραντες. Όχι όμως για να κάνει μέσα από αυτές επίδειξη γνώσεων, αλλά για να μεταφέρει σ' αυτόν που θα τύχαινε να τον διαβάσει την έκσταση των ανακαλύψεών του, ενδοκειμενικών ή περικειμενικών, καθώς στα κριτικά του η μία διαδέχεται την άλλη σε μια ατέλειωτη σειρά! [...]"